Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἁγέομαι
ἀγέραστος
ἀγερμός
ἀγερσικύβηλις
ἄγερσις
ἀγέρτης
ἀγερωχία
ἀγέρωχος
Ἀγεσίλαος
Ἀγεσίλας
ἀγέστρατος
ἀγευστία
ἄγευστος
ἀγέχορος
ἀγεωμέτρητος
ἀγεωργησία
ἀγεώργητος
ἀγεωργίον
ἀγή
ἄγη
ἀγή2
View word page
ἀγέστρατος
host-leading
ShortDef
host-leading
Debugging
Headword:
ἀγέστρατος
Headword (normalized):
ἀγέστρατος
Headword (normalized/stripped):
αγεστρατος
IDX:
407
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-408
Key:
Data
{'content': 'host-leading'}