Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θέλκτρον
θελξιεπής
θελξίμβροτος
θελξιμελής
θελξίνοος
θελξίπικρος
θέλξις
θελξίφρων
θέλυμνα
θέμα
θεματίζω
θεματικός
θεματισμός
θεματίτης
θεματοποιέω
θέμεθλα
θεμελιακός
θεμελιόθεν
θεμέλιος
θεμελιοῦχος
θεμελιόω
View word page
θεματίζω
deposit
ShortDef
deposit
Debugging
Headword:
θεματίζω
Headword (normalized):
θεματίζω
Headword (normalized/stripped):
θεματιζω
IDX:
40668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40669
Key:
Data
{'content': 'deposit'}