Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θελητής
θελητός
θελκτήρ
θελκτήριον
θελκτήριος
θέλκτρον
θελξιεπής
θελξίμβροτος
θελξιμελής
θελξίνοος
θελξίπικρος
θέλξις
θελξίφρων
θέλυμνα
θέμα
θεματίζω
θεματικός
θεματισμός
θεματίτης
θεματοποιέω
θέμεθλα
View word page
θελξίπικρος
sweetly painful

ShortDef

sweetly painful

Debugging

Headword:
θελξίπικρος
Headword (normalized):
θελξίπικρος
Headword (normalized/stripped):
θελξιπικρος
IDX:
40663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40664
Key:

Data

{'content': 'sweetly painful'}