Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θείβαθεν
Θείβαθι
θειλοπεδεύω
θειλόπεδον
θείνω
θειοδάμη
θειόδομος
θειόθεν
θεῖον
θεῖον2
θειοπαγής
θειοπόλος
θεῖος
θεῖος2
θειότης
θειοφανής
θειόχροος
θειόω
Θεισόα
θείω
θειώδης
View word page
θειοπαγής
god-made
ShortDef
god-made
Debugging
Headword:
θειοπαγής
Headword (normalized):
θειοπαγής
Headword (normalized/stripped):
θειοπαγης
IDX:
40628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40629
Key:
Data
{'content': 'god-made'}