Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θειαστής
θειαστικός
θειάφιον
Θείβαθεν
Θείβαθι
θειλοπεδεύω
θειλόπεδον
θείνω
θειοδάμη
θειόδομος
θειόθεν
θεῖον
θεῖον2
θειοπαγής
θειοπόλος
θεῖος
θεῖος2
θειότης
θειοφανής
θειόχροος
θειόω
View word page
θειόθεν
from the Emperor
ShortDef
from the Emperor
Debugging
Headword:
θειόθεν
Headword (normalized):
θειόθεν
Headword (normalized/stripped):
θειοθεν
IDX:
40625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40626
Key:
Data
{'content': 'from the Emperor'}