Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θεήϊος
θεηκολέω
θεηκολεών
θεήκολος
θεηλασία
θεηλατέομαι
θεήλατος
θεημοσύνη
θεία
θειάζω
θειασμός
θειαστής
θειαστικός
θειάφιον
Θείβαθεν
Θείβαθι
θειλοπεδεύω
θειλόπεδον
θείνω
θειοδάμη
θειόδομος
View word page
θειασμός
practice of divination

ShortDef

practice of divination

Debugging

Headword:
θειασμός
Headword (normalized):
θειασμός
Headword (normalized/stripped):
θειασμος
IDX:
40614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40615
Key:

Data

{'content': 'practice of divination'}