Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θεατροποιός
θεατροπώλης
θεατροτορύνη
θεατρώδης
θεατρώνης
θεάφιον
θέεινος
θέειον
θεηγορέω
θεηγόρος
θεήϊος
θεηκολέω
θεηκολεών
θεήκολος
θεηλασία
θεηλατέομαι
θεήλατος
θεημοσύνη
θεία
θειάζω
θειασμός
View word page
θεήϊος
divine

ShortDef

divine

Debugging

Headword:
θεήϊος
Headword (normalized):
θεήϊος
Headword (normalized/stripped):
θεηιος
IDX:
40604
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40605
Key:

Data

{'content': 'divine'}