Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θεατριστής
θεατροειδής
θεατροκοπία
θεατροκόπος
θεατροκρατία
θεατροκυνηγέσιον
θεατρομανέω
θεατρόμορφος
θέατρον
θεατροποιός
θεατροπώλης
θεατροτορύνη
θεατρώδης
θεατρώνης
θεάφιον
θέεινος
θέειον
θεηγορέω
θεηγόρος
θεήϊος
θεηκολέω
View word page
θεατροπώλης
one who sells seats in a theatre

ShortDef

one who sells seats in a theatre

Debugging

Headword:
θεατροπώλης
Headword (normalized):
θεατροπώλης
Headword (normalized/stripped):
θεατροπωλης
IDX:
40595
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40596
Key:

Data

{'content': 'one who sells seats in a theatre'}