Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θεατός
θεατρίζω
θεατρικός
θεατρισμός
θεατριστής
θεατροειδής
θεατροκοπία
θεατροκόπος
θεατροκρατία
θεατροκυνηγέσιον
θεατρομανέω
θεατρόμορφος
θέατρον
θεατροποιός
θεατροπώλης
θεατροτορύνη
θεατρώδης
θεατρώνης
θεάφιον
θέεινος
θέειον
View word page
θεατρομανέω
to be mad after stage-plays

ShortDef

to be mad after stage-plays

Debugging

Headword:
θεατρομανέω
Headword (normalized):
θεατρομανέω
Headword (normalized/stripped):
θεατρομανεω
IDX:
40591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40592
Key:

Data

{'content': 'to be mad after stage-plays'}