Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θαυματουργία
θαυματουργός
θαψία
θάψινος
θάψος
θάω
θεά
θέα
θεαγγελεύς
Θεαγένης
Θεάγης
θεαγός
θεαγωγέω
θεάζω
θέαινα
θεαίτητος
Θεαίτητος
θέαμα
θεάμων
Θεανώ
θεάομαι
View word page
Θεάγης
Theages

ShortDef

Theages

Debugging

Headword:
Θεάγης
Headword (normalized):
θεάγης
Headword (normalized/stripped):
θεαγης
IDX:
40561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40562
Key:

Data

{'content': 'Theages'}