Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θαυμαστός
θαυμαστόω
θαυματίζομαι
θαυματοποιέω
θαυματοποιία
θαυματοποιικός
θαυματοποιός
θαυματουργέω
θαυματούργημα
θαυματουργία
θαυματουργός
θαψία
θάψινος
θάψος
θάω
θεά
θέα
θεαγγελεύς
Θεαγένης
Θεάγης
θεαγός
View word page
θαυματουργός
acrobats
ShortDef
acrobats
Debugging
Headword:
θαυματουργός
Headword (normalized):
θαυματουργός
Headword (normalized/stripped):
θαυματουργος
IDX:
40552
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40553
Key:
Data
{'content': 'acrobats'}