Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θαρσαλέος
θαρσαλεότης
θαρσέω
θάρσησις
θαρσητέον
θαρσητικός
θαρσοποιός
θάρσος
θαρσούντως
θάρσυνος
θαρσύνω
Θάρυβις
Θάσιος
Θάσος
θάσσω
θάσσων
θατέρως
θατήρ
θαῦμα
θαυμάζω
θαυμαίνω
View word page
θαρσύνω
to encourage, cheer

ShortDef

to encourage, cheer

Debugging

Headword:
θαρσύνω
Headword (normalized):
θαρσύνω
Headword (normalized/stripped):
θαρσυνω
IDX:
40518
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40519
Key:

Data

{'content': 'to encourage, cheer'}