Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θαπτέος
θαπτήριον
θάπτω
θαρσαλέος
θαρσαλεότης
θαρσέω
θάρσησις
θαρσητέον
θαρσητικός
θαρσοποιός
θάρσος
θαρσούντως
θάρσυνος
θαρσύνω
Θάρυβις
Θάσιος
Θάσος
θάσσω
θάσσων
θατέρως
θατήρ
View word page
θάρσος
courage, boldness
ShortDef
courage, boldness
Debugging
Headword:
θάρσος
Headword (normalized):
θάρσος
Headword (normalized/stripped):
θαρσος
IDX:
40515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40516
Key:
Data
{'content': 'courage, boldness'}