Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θαπτέον
θαπτέος
θαπτήριον
θάπτω
θαρσαλέος
θαρσαλεότης
θαρσέω
θάρσησις
θαρσητέον
θαρσητικός
θαρσοποιός
θάρσος
θαρσούντως
θάρσυνος
θαρσύνω
Θάρυβις
Θάσιος
Θάσος
θάσσω
θάσσων
θατέρως
View word page
θαρσοποιός
making confident

ShortDef

making confident

Debugging

Headword:
θαρσοποιός
Headword (normalized):
θαρσοποιός
Headword (normalized/stripped):
θαρσοποιος
IDX:
40514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40515
Key:

Data

{'content': 'making confident'}