Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θανατοποιός
θάνατος
θανατούσια
θανατόω
θανατώδης
θανάτωσις
θαπτέον
θαπτέος
θαπτήριον
θάπτω
θαρσαλέος
θαρσαλεότης
θαρσέω
θάρσησις
θαρσητέον
θαρσητικός
θαρσοποιός
θάρσος
θαρσούντως
θάρσυνος
θαρσύνω
View word page
θαρσαλέος
bold, of good courage, ready, daring, undaunted

ShortDef

bold, of good courage, ready, daring, undaunted

Debugging

Headword:
θαρσαλέος
Headword (normalized):
θαρσαλέος
Headword (normalized/stripped):
θαρσαλεος
IDX:
40508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40509
Key:

Data

{'content': 'bold, of good courage, ready, daring, undaunted'}