Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θαμινά
θαμινός
θάμνα
Θαμνήρια
θαμνῖτις
θαμνοειδής
θαμνομήκης
θάμνος
θαμνοφάγος
Θαμοῦς
θαμυρίζω
Θάμυρις
θαμυρός
θανάσιμος
θανατάω
θανατηγός
θανατηρός
θανατηφορία
θανατηφόρος
θανατικός
θανατόεις
View word page
θαμυρίζω
assemble

ShortDef

assemble

Debugging

Headword:
θαμυρίζω
Headword (normalized):
θαμυρίζω
Headword (normalized/stripped):
θαμυριζω
IDX:
40487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40488
Key:

Data

{'content': 'assemble'}