Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θαλαμεύω
θαλάμη
θαλαμηγός
θαλαμηϊάδης
θαλαμήϊος
θαλαμηπολέω
θαλαμηπόλος
θαλαμίας
θαλαμιός
θαλαμίτης
θάλαμόνδε
θαλαμοποιός
θάλαμος
θάλασσα
θαλασσαίγλη
θαλασσαῖος
θαλασσερός
θαλασσεύς
θαλασσεύω
θαλασσίγονος
θαλασσίδιος
View word page
θάλαμόνδε
to the bed-chamber

ShortDef

to the bed-chamber

Debugging

Headword:
θάλαμόνδε
Headword (normalized):
θάλαμόνδε
Headword (normalized/stripped):
θαλαμονδε
IDX:
40373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40374
Key:

Data

{'content': 'to the bed-chamber'}