Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἠχώ
ἠχώδης
ἠῶθεν
ἠώκοιτος
ἠῷος
ἠώς
θʹ
θαάσσω
θάγω
θαέομαι
θαζός
θάημα
θαιραῖος
θαιροδύτης
θαιρός
θαΐς
θακαθαλπάς
θακεῖον
θακέω
θάκημα
θάκησις
View word page
θαζός
seated
ShortDef
seated
Debugging
Headword:
θαζός
Headword (normalized):
θαζός
Headword (normalized/stripped):
θαζος
IDX:
40346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40347
Key:
Data
{'content': 'seated'}