Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠχώ
Ἠχώ
ἠχώδης
ἠῶθεν
ἠώκοιτος
ἠῷος
ἠώς
θʹ
θαάσσω
θάγω
θαέομαι
θαζός
θάημα
θαιραῖος
θαιροδύτης
θαιρός
θαΐς
θακαθαλπάς
θακεῖον
θακέω
θάκημα
View word page
θαέομαι
gaze at (θεάομαι)

ShortDef

gaze at (θεάομαι)

Debugging

Headword:
θαέομαι
Headword (normalized):
θαέομαι
Headword (normalized/stripped):
θαεομαι
IDX:
40345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40346
Key:

Data

{'content': 'gaze at (θεάομαι)'}