Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἡφαίστια
Ἡφαιστιάς
Ἡφαιστόπονος
Ἥφαιστος
Ἡφαιστότευκτος
ἠχεῖον
ἠχέτης
ἠχέω
ἠχή
ἠχήεις
ἤχημα
ἠχητικός
ἧχι
ᾗχι
ἠχικός
ἠχόπους
ἦχος
ἡχοῦ
ἠχώ
Ἠχώ
ἠχώδης
View word page
ἤχημα
a sound, sounding
ShortDef
a sound, sounding
Debugging
Headword:
ἤχημα
Headword (normalized):
ἤχημα
Headword (normalized/stripped):
ηχημα
IDX:
40327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40328
Key:
Data
{'content': 'a sound, sounding'}