Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἦτρον
ἠύκομος
ἠΰς
ἠΰτε
ηὐτοματισμένως
ἠύχορος
Ἡφαιστεῖον
Ἡφαίστειος
Ἡφαίστια
Ἡφαιστιάς
Ἡφαιστόπονος
Ἥφαιστος
Ἡφαιστότευκτος
ἠχεῖον
ἠχέτης
ἠχέω
ἠχή
ἠχήεις
ἤχημα
ἠχητικός
ἧχι
View word page
Ἡφαιστόπονος
wrought by Hephaestus

ShortDef

wrought by Hephaestus

Debugging

Headword:
Ἡφαιστόπονος
Headword (normalized):
ἡφαιστόπονος
Headword (normalized/stripped):
ηφαιστοπονος
IDX:
40319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40320
Key:

Data

{'content': 'wrought by Hephaestus'}