Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἦτορ
ἠτριαῖος
ἤτριον
ἦτρον
ἠύκομος
ἠΰς
ἠΰτε
ηὐτοματισμένως
ἠύχορος
Ἡφαιστεῖον
Ἡφαίστειος
Ἡφαίστια
Ἡφαιστιάς
Ἡφαιστόπονος
Ἥφαιστος
Ἡφαιστότευκτος
ἠχεῖον
ἠχέτης
ἠχέω
ἠχή
ἠχήεις
View word page
Ἡφαίστειος
of Hephaestus
ShortDef
of Hephaestus
Debugging
Headword:
Ἡφαίστειος
Headword (normalized):
ἡφαίστειος
Headword (normalized/stripped):
ηφαιστειος
IDX:
40316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40317
Key:
Data
{'content': 'of Hephaestus'}