Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἤτε
ἦτε
ἤτοι
ἦτορ
ἠτριαῖος
ἤτριον
ἦτρον
ἠύκομος
ἠΰς
ἠΰτε
ηὐτοματισμένως
ἠύχορος
Ἡφαιστεῖον
Ἡφαίστειος
Ἡφαίστια
Ἡφαιστιάς
Ἡφαιστόπονος
Ἥφαιστος
Ἡφαιστότευκτος
ἠχεῖον
ἠχέτης
View word page
ηὐτοματισμένως
arbitrarily

ShortDef

arbitrarily

Debugging

Headword:
ηὐτοματισμένως
Headword (normalized):
ηὐτοματισμένως
Headword (normalized/stripped):
ηυτοματισμενως
IDX:
40313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40314
Key:

Data

{'content': 'arbitrarily'}