Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡσυχοποιός
ἥσυχος
ἦτα
ἤτε
ἦτε
ἤτοι
ἦτορ
ἠτριαῖος
ἤτριον
ἦτρον
ἠύκομος
ἠΰς
ἠΰτε
ηὐτοματισμένως
ἠύχορος
Ἡφαιστεῖον
Ἡφαίστειος
Ἡφαίστια
Ἡφαιστιάς
Ἡφαιστόπονος
Ἥφαιστος
View word page
ἠύκομος
with lovely hair
ShortDef
with lovely hair
Debugging
Headword:
ἠύκομος
Headword (normalized):
ἠύκομος
Headword (normalized/stripped):
ηυκομος
IDX:
40310
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40311
Key:
Data
{'content': 'with lovely hair'}