Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡσυχίη
ἡσυχικός
ἡσύχιος
ἡσυχιότης
ἡσυχόομαι
ἡσυχοποιός
ἥσυχος
ἦτα
ἤτε
ἦτε
ἤτοι
ἦτορ
ἠτριαῖος
ἤτριον
ἦτρον
ἠύκομος
ἠΰς
ἠΰτε
ηὐτοματισμένως
ἠύχορος
Ἡφαιστεῖον
View word page
ἤτοι
now surely, truly, verily
ShortDef
now surely, truly, verily
Debugging
Headword:
ἤτοι
Headword (normalized):
ἤτοι
Headword (normalized/stripped):
ητοι
IDX:
40305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40306
Key:
Data
{'content': 'now surely, truly, verily'}