Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡσυχαστής
ἡσυχαστικός
ἡσυχάστρια
ἡσυχῇ
ἡσυχία
ἡσυχίη
ἡσυχικός
ἡσύχιος
ἡσυχιότης
ἡσυχόομαι
ἡσυχοποιός
ἥσυχος
ἦτα
ἤτε
ἦτε
ἤτοι
ἦτορ
ἠτριαῖος
ἤτριον
ἦτρον
ἠύκομος
View word page
ἡσυχοποιός
silentiarius
ShortDef
silentiarius
Debugging
Headword:
ἡσυχοποιός
Headword (normalized):
ἡσυχοποιός
Headword (normalized/stripped):
ησυχοποιος
IDX:
40300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40301
Key:
Data
{'content': 'silentiarius'}