Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡρωολογία
ἡρῷον
ἡρῷος
ἥρως
ἡρωφόρος
Ἠσαΐας
ἡσιεπής
Ἡσίοδος
Ἡσιόνη
ἧσις
ἠσκημένως
ἧσσα
ἡσσάομαι
ἡσσητέος
ἥσσων
ἡστικός
ἡστός
ἡσυχᾷ
ἡσυχάζω
ἡσυχαῖος
ἡσυχαστέον
View word page
ἠσκημένως
in a practised manner

ShortDef

in a practised manner

Debugging

Headword:
ἠσκημένως
Headword (normalized):
ἠσκημένως
Headword (normalized/stripped):
ησκημενως
IDX:
40279
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40280
Key:

Data

{'content': 'in a practised manner'}