Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἤριον
ἠριπόλη
Ἡριππίδας
ἠρίστριον
ᾐρμένως
ἡρμοσμένως
ἠροάνθια
Ἡρόδικος
Ἡρόδοτος
ἡρπαγμένως
ἠρυγγίς
ἤρυγγος
Ἡρώδης
Ἡρῴδης
ἡρωίαμβος
ἡρωίζω
ἡρωϊκός
ἡρωίνη
ἡρώιος
ἡρωίς
ἡρωισμός
View word page
ἠρυγγίς
of or belonging to the ἤρυγγος, eryngo
ShortDef
of or belonging to the ἤρυγγος, eryngo
Debugging
Headword:
ἠρυγγίς
Headword (normalized):
ἠρυγγίς
Headword (normalized/stripped):
ηρυγγις
IDX:
40255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40256
Key:
Data
{'content': 'of or belonging to the ἤρυγγος, eryngo'}