Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠριγέρων
Ἠριδανός
ἠριεργής
ἠριεύς
ἠρινολόγος
ἠρινός
ἠρίον
ἤριον
ἠριπόλη
Ἡριππίδας
ἠρίστριον
ᾐρμένως
ἡρμοσμένως
ἠροάνθια
Ἡρόδικος
Ἡρόδοτος
ἡρπαγμένως
ἠρυγγίς
ἤρυγγος
Ἡρώδης
Ἡρῴδης
View word page
ἠρίστριον
spring-garment

ShortDef

spring-garment

Debugging

Headword:
ἠρίστριον
Headword (normalized):
ἠρίστριον
Headword (normalized/stripped):
ηριστριον
IDX:
40248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40249
Key:

Data

{'content': 'spring-garment'}