Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡπατοσκοπία
ἡπατοσκοπικός
ἡπατόσκοπος
ἡπατουργός
ἡπατοφαγέομαι
ἠπεδανός
ἠπειγμένως
ἠπειρογενής
ἠπειρόθεν
ἤπειρόνδε
Ἤπειρος
ἤπειρος
ἠπειρόω
ἠπειρώτης
ἠπειρωτικός
Ἠπειρωτικός
ᾗπερ
ἤπερ
ἠπερόπευμα
ἠπεροπεύς
ἠπεροπεύω
View word page
Ἤπειρος
Epirus
ShortDef
Epirus
terra-firma, the land
Debugging
Headword:
Ἤπειρος
Headword (normalized):
ἤπειρος
Headword (normalized/stripped):
ηπειρος
IDX:
40159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40160
Key:
Data
{'content': 'Epirus'}