Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡπατοσκοπέω
ἡπατοσκοπία
ἡπατοσκοπικός
ἡπατόσκοπος
ἡπατουργός
ἡπατοφαγέομαι
ἠπεδανός
ἠπειγμένως
ἠπειρογενής
ἠπειρόθεν
ἤπειρόνδε
Ἤπειρος
ἤπειρος
ἠπειρόω
ἠπειρώτης
ἠπειρωτικός
Ἠπειρωτικός
ᾗπερ
ἤπερ
ἠπερόπευμα
ἠπεροπεύς
View word page
ἤπειρόνδε
to the mainland
ShortDef
to the mainland
Debugging
Headword:
ἤπειρόνδε
Headword (normalized):
ἤπειρόνδε
Headword (normalized/stripped):
ηπειρονδε
IDX:
40158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40159
Key:
Data
{'content': 'to the mainland'}