Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠξις
ἠοῖος
ἠόνιος
ᾐόνιος
ἠπανάω
ἠπανία
ἠπάομαι
ἧπαρ
ἡπατίζω
ἡπατικός
ἡπατῖτις
ἡπατοειδής
ἡπατοσκοπέω
ἡπατοσκοπία
ἡπατοσκοπικός
ἡπατόσκοπος
ἡπατουργός
ἡπατοφαγέομαι
ἠπεδανός
ἠπειγμένως
ἠπειρογενής
View word page
ἡπατῖτις
of or in the liver

ShortDef

of or in the liver

Debugging

Headword:
ἡπατῖτις
Headword (normalized):
ἡπατῖτις
Headword (normalized/stripped):
ηπατιτις
IDX:
40146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40147
Key:

Data

{'content': 'of or in the liver'}