Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡνιορράφος
ἡνιοστροφέω
ἡνιοστρόφος
ἡνιοχαράτης
ἡνιοχεία
ἡνιοχεύς
ἡνιοχεύω
ἡνιοχέω
Ἠνιόχη
ἡνιόχησις
ἡνιοχικός
Ἡνίοχος
ἡνίοχος
ἦνις
ἤνις
ἡνίσκος
Ἠνοπίδης
ἠνορέα
ἠνορέη
Ἦνοψ
ἦνοψ
View word page
ἡνιοχικός
of or for driving

ShortDef

of or for driving

Debugging

Headword:
ἡνιοχικός
Headword (normalized):
ἡνιοχικός
Headword (normalized/stripped):
ηνιοχικος
IDX:
40123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40124
Key:

Data

{'content': 'of or for driving'}