Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἠναντιωμένως
ἠνεκής
ἠνεμόεις
ἠνεμόφοιτος
ἡνία
ἡνία2
ᾐνιγμένως
ἡνίκα
Ἠνιοπεύς
ἡνιοποιεῖον
ἡνιορράφος
ἡνιοστροφέω
ἡνιοστρόφος
ἡνιοχαράτης
ἡνιοχεία
ἡνιοχεύς
ἡνιοχεύω
ἡνιοχέω
Ἠνιόχη
ἡνιόχησις
ἡνιοχικός
View word page
ἡνιορράφος
saddler
ShortDef
saddler
Debugging
Headword:
ἡνιορράφος
Headword (normalized):
ἡνιορράφος
Headword (normalized/stripped):
ηνιορραφος
IDX:
40113
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40114
Key:
Data
{'content': 'saddler'}