Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιωβέλιον
ἡμιωρία
ἡμιωριαῖος
ἦμος
ἡμοσύνη
ἠμυόεις
ἠμύω
ἠμφισβητημένως
ἥμων
ἤν
ἠναγκασμένως
ἠναντιωμένως
ἠνεκής
ἠνεμόεις
ἠνεμόφοιτος
ἡνία
ἡνία2
ᾐνιγμένως
ἡνίκα
Ἠνιοπεύς
ἡνιοποιεῖον
View word page
ἠναγκασμένως
perforce
ShortDef
perforce
Debugging
Headword:
ἠναγκασμένως
Headword (normalized):
ἠναγκασμένως
Headword (normalized/stripped):
ηναγκασμενως
IDX:
40102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40103
Key:
Data
{'content': 'perforce'}