Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίφαυλος
ἡμίφαυστος
ἥμιφι
ἡμίφλεκτος
ἡμιφόριον
ἡμιφόρμιον
ἡμίφρακτος
ἡμιφυής
ἡμίφωνος
ἡμιφωσώνιον
ἡμίχα
ἡμίχιον
ἡμίχλωρος
ἡμιχοαῖος
ἡμιχοινίκιον
ἡμιχοίνικος
ἡμιχοῖνιξ
ἡμιχολώδης
ἡμίχοον
ἡμιχόριον
ἡμίχρηστος
View word page
ἡμίχα
half-open

ShortDef

half-open

Debugging

Headword:
ἡμίχα
Headword (normalized):
ἡμίχα
Headword (normalized/stripped):
ημιχα
IDX:
40073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40074
Key:

Data

{'content': 'half-open'}