Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιφάλακρος
ἡμιφανής
ἡμιφάριον
ἡμίφατος
ἡμίφαυλος
ἡμίφαυστος
ἥμιφι
ἡμίφλεκτος
ἡμιφόριον
ἡμιφόρμιον
ἡμίφρακτος
ἡμιφυής
ἡμίφωνος
ἡμιφωσώνιον
ἡμίχα
ἡμίχιον
ἡμίχλωρος
ἡμιχοαῖος
ἡμιχοινίκιον
ἡμιχοίνικος
ἡμιχοῖνιξ
View word page
ἡμίφρακτος
half-fenced
ShortDef
half-fenced
Debugging
Headword:
ἡμίφρακτος
Headword (normalized):
ἡμίφρακτος
Headword (normalized/stripped):
ημιφρακτος
IDX:
40069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40070
Key:
Data
{'content': 'half-fenced'}