Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιτύβιον
ἡμιτύλιον
ἡμίϋπνος
ἡμιΰφαντος
ἡμιφαής
ἡμιφάλακρος
ἡμιφανής
ἡμιφάριον
ἡμίφατος
ἡμίφαυλος
ἡμίφαυστος
ἥμιφι
ἡμίφλεκτος
ἡμιφόριον
ἡμιφόρμιον
ἡμίφρακτος
ἡμιφυής
ἡμίφωνος
ἡμιφωσώνιον
ἡμίχα
ἡμίχιον
View word page
ἡμίφαυστος
half-lit

ShortDef

half-lit

Debugging

Headword:
ἡμίφαυστος
Headword (normalized):
ἡμίφαυστος
Headword (normalized/stripped):
ημιφαυστος
IDX:
40064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40065
Key:

Data

{'content': 'half-lit'}