Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιτονιαῖος
ἡμιτόνιον
ἡμιτρής
ἡμιτριβής
ἡμιτρίγωνος
ἡμιτριταῖος
ἡμίτριτον
ἡμίτριψις
ἡμιτύβιον
ἡμιτύλιον
ἡμίϋπνος
ἡμιΰφαντος
ἡμιφαής
ἡμιφάλακρος
ἡμιφανής
ἡμιφάριον
ἡμίφατος
ἡμίφαυλος
ἡμίφαυστος
ἥμιφι
ἡμίφλεκτος
View word page
ἡμίϋπνος
half-asleep
ShortDef
half-asleep
Debugging
Headword:
ἡμίϋπνος
Headword (normalized):
ἡμίϋπνος
Headword (normalized/stripped):
ημιυπνος
IDX:
40056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40057
Key:
Data
{'content': 'half-asleep'}