Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
ἡμισφαγής
ἡμισφαίριον
ἡμίσχετος
ἡμίσχοινον
ἡμιταινίδιον
ἡμιταλαντιαῖος
ἡμιτάλαντον
ἡμιτάριχος
ἡμιτέλεια
ἡμιτέλεστος
ἡμιτελέω
ἡμιτελής
ἡμιτετράγωνος
ἡμιτέχνιον
View word page
ἡμίσχοινον
half a schoenus
ShortDef
half a schoenus
Debugging
Headword:
ἡμίσχοινον
Headword (normalized):
ἡμίσχοινον
Headword (normalized/stripped):
ημισχοινον
IDX:
40032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40033
Key:
Data
{'content': 'half a schoenus'}