Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
ἡμισφαγής
ἡμισφαίριον
ἡμίσχετος
ἡμίσχοινον
ἡμιταινίδιον
ἡμιταλαντιαῖος
ἡμιτάλαντον
ἡμιτάριχος
ἡμιτέλεια
ἡμιτέλεστος
ἡμιτελέω
ἡμιτελής
ἡμιτετράγωνος
View word page
ἡμίσχετος
half-related

ShortDef

half-related

Debugging

Headword:
ἡμίσχετος
Headword (normalized):
ἡμίσχετος
Headword (normalized/stripped):
ημισχετος
IDX:
40031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40032
Key:

Data

{'content': 'half-related'}