Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμισταδιαῖος
ἡμιστάδιον
ἡμιστάτηρον
ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
ἡμισφαγής
ἡμισφαίριον
ἡμίσχετος
ἡμίσχοινον
ἡμιταινίδιον
ἡμιταλαντιαῖος
ἡμιτάλαντον
ἡμιτάριχος
ἡμιτέλεια
ἡμιτέλεστος
View word page
ἡμισύτριτον
a third half

ShortDef

a third half

Debugging

Headword:
ἡμισύτριτον
Headword (normalized):
ἡμισύτριτον
Headword (normalized/stripped):
ημισυτριτον
IDX:
40028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40029
Key:

Data

{'content': 'a third half'}