Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίσκουτον
ἡμίσοφος
ἡμισπάθιον
ἡμίσπαστος
ἡμισπιθαμιαῖος
ἡμίσπονδος
ἡμισταδιαῖος
ἡμιστάδιον
ἡμιστάτηρον
ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
ἡμισφαγής
ἡμισφαίριον
ἡμίσχετος
ἡμίσχοινον
View word page
ἡμιστρατιώτης
a half-soldier

ShortDef

a half-soldier

Debugging

Headword:
ἡμιστρατιώτης
Headword (normalized):
ἡμιστρατιώτης
Headword (normalized/stripped):
ημιστρατιωτης
IDX:
40022
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40023
Key:

Data

{'content': 'a half-soldier'}