Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίσευμα
ἡμισεύω
ἡμισιάζω
ἡμίσικλον
ἡμίσκουτον
ἡμίσοφος
ἡμισπάθιον
ἡμίσπαστος
ἡμισπιθαμιαῖος
ἡμίσπονδος
ἡμισταδιαῖος
ἡμιστάδιον
ἡμιστάτηρον
ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
View word page
ἡμισταδιαῖος
of half a stadium

ShortDef

of half a stadium

Debugging

Headword:
ἡμισταδιαῖος
Headword (normalized):
ἡμισταδιαῖος
Headword (normalized/stripped):
ημισταδιαιος
IDX:
40018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40019
Key:

Data

{'content': 'of half a stadium'}