Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίσεια
ἡμισειάζω
ἡμισελήνιον
ἡμισεύελπις
ἡμίσευμα
ἡμισεύω
ἡμισιάζω
ἡμίσικλον
ἡμίσκουτον
ἡμίσοφος
ἡμισπάθιον
ἡμίσπαστος
ἡμισπιθαμιαῖος
ἡμίσπονδος
ἡμισταδιαῖος
ἡμιστάδιον
ἡμιστάτηρον
ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμισύδουλος
View word page
ἡμισπάθιον
half-spatula

ShortDef

half-spatula

Debugging

Headword:
ἡμισπάθιον
Headword (normalized):
ἡμισπάθιον
Headword (normalized/stripped):
ημισπαθιον
IDX:
40014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40015
Key:

Data

{'content': 'half-spatula'}