Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγενής
ἀγενησία
ἀγένητος
ἀγέννεια
ἀγεννής
ἀγεννησία
ἀγέννητος
ἀγεννίζω
ἁγέομαι
ἀγέραστος
ἀγερμός
ἀγερσικύβηλις
ἄγερσις
ἀγέρτης
ἀγερωχία
ἀγέρωχος
Ἀγεσίλαος
Ἀγεσίλας
ἀγέστρατος
ἀγευστία
ἄγευστος
View word page
ἀγερμός
collection of money for the service of the gods

ShortDef

collection of money for the service of the gods

Debugging

Headword:
ἀγερμός
Headword (normalized):
ἀγερμός
Headword (normalized/stripped):
αγερμος
IDX:
399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-400
Key:

Data

{'content': 'collection of money for the service of the gods'}