Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιποίητος
ἡμίπολον
ἡμιπόνηρος
ἡμίπους
ἡμίπτωτος
ἡμιπύργιον
ἡμίπυρος
ἡμιπύρωτος
ἡμιρενής
ἡμιρόδιον
ἡμιρραγής
ἡμιρρήνιον
ἡμιρρομβιαῖος
ἡμιρρόπως
ἡμίρρυπος
ἡμισάκιον
ἡμισάκις
ἡμισάλευτος
ἡμισαπής
ἡμίσεια
ἡμισειάζω
View word page
ἡμιρραγής
half-broken

ShortDef

half-broken

Debugging

Headword:
ἡμιρραγής
Headword (normalized):
ἡμιρραγής
Headword (normalized/stripped):
ημιρραγης
IDX:
39995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39996
Key:

Data

{'content': 'half-broken'}