Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιπλίνθιον
ἡμίπνικτος
ἡμίπνοος
ἡμιποδιαῖος
ἡμιπόδιον
ἡμιποίητος
ἡμίπολον
ἡμιπόνηρος
ἡμίπους
ἡμίπτωτος
ἡμιπύργιον
ἡμίπυρος
ἡμιπύρωτος
ἡμιρενής
ἡμιρόδιον
ἡμιρραγής
ἡμιρρήνιον
ἡμιρρομβιαῖος
ἡμιρρόπως
ἡμίρρυπος
ἡμισάκιον
View word page
ἡμιπύργιον
half-tower
ShortDef
half-tower
Debugging
Headword:
ἡμιπύργιον
Headword (normalized):
ἡμιπύργιον
Headword (normalized/stripped):
ημιπυργιον
IDX:
39990
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39991
Key:
Data
{'content': 'half-tower'}