Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιουγκιαῖος
ἡμιούγκιον
ἡμιπαγής
ἡμιπαθής
ἡμιπέλεκκον
ἡμιπέπειρος
ἡμίπεπτος
ἡμιπέπων
ἡμιπέρσης
ἡμιπήχειον
ἡμιπηχυαῖος
ἡμίπηχυς
ἡμίπλεθρον
ἡμίπλεκτος
ἡμιπλέως
ἡμιπληγής
ἡμιπληγία
ἡμιπλήξ
ἡμιπλήρης
ἡμιπλήρωτος
ἡμιπλίνθιον
View word page
ἡμιπηχυαῖος
half a cubit long

ShortDef

half a cubit long

Debugging

Headword:
ἡμιπηχυαῖος
Headword (normalized):
ἡμιπηχυαῖος
Headword (normalized/stripped):
ημιπηχυαιος
IDX:
39970
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39971
Key:

Data

{'content': 'half a cubit long'}