Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιολιασμός
ἡμιολίζω
ἡμιόλιος
ἡμιόλκιον
ἡμιονάγριον
ἡμιόνειος
ἡμιονηγός
ἡμιονικός
ἡμιόνιον
ἡμιονίτης
ἡμιονῖτις
ἡμιονόκουρος
ἡμίονος
ἡμίοπλος
ἡμίοπος
ἡμίοπτος
ἡμιουγκιαῖος
ἡμιούγκιον
ἡμιπαγής
ἡμιπαθής
ἡμιπέλεκκον
View word page
ἡμιονῖτις
of or for a mule

ShortDef

of or for a mule

Debugging

Headword:
ἡμιονῖτις
Headword (normalized):
ἡμιονῖτις
Headword (normalized/stripped):
ημιονιτις
IDX:
39954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39955
Key:

Data

{'content': 'of or for a mule'}